Γιατί το συναινετικό διαζύγιο χωρίς δικηγόρο δε συνιστάται σε καμία περίπτωση

Το συναινετικό διαζύγιο αποτελεί θεσμοθετημένη διαδικασία λύσης του γάμου, η οποία εισήχθη στο ελληνικό νομικό πλαίσιο για να επιτρέψει την ταχύτερη, αμεσότερη και μη αντιδικιακή επίλυση της προσωπικής σχέσης των συζύγων, όταν αμφότεροι επιθυμούν τη λύση του γάμου τους. Παρά τη φαινομενική απλότητα της διαδικασίας, η οποία από το 2017 και μετά μπορεί να ολοκληρώνεται ενώπιον συμβολαιογράφου χωρίς προσφυγή στο ακροατήριο δικαστηρίου, η νομική φύση της διαδικασίας παραμένει εξόχως σύνθετη και ουδόλως απαλλάσσει τους ενδιαφερομένους από την υποχρέωση νομικής εκπροσώπησης. Το συναινετικό διαζύγιο συνεπώς χωρίς δικηγόρο όχι μόνο δε συνιστάται, αλλά αντενδείκνυται κατηγορηματικά.

Η αντίληψη ότι το συναινετικό διαζύγιο μπορεί να διεκπεραιωθεί χωρίς δικηγόρο είναι όχι μόνο εσφαλμένη, αλλά και επικίνδυνη από νομικής, πρακτικής και δεοντολογικής απόψεως. Η νομολογία, οι συναφείς διατάξεις του Αστικού Κώδικα (ιδίως των άρθρων 1438, 1441) καθώς και η εμπειρία της δικηγορικής πράξης συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η παράλειψη της δικηγορικής υποστήριξης καθιστά τη διαδικασία είτε ανυπόστατη είτε επιρρεπή σε ακυρότητα, ιδίως ως προς τα ουσιώδη στοιχεία αυτής.

Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς και η νομική αναγκαιότητα παρουσίας δικηγόρου

Κατά τα οριζόμενα στον Αστικό Κώδικα, και όπως διαμορφώθηκε το ισχύον καθεστώς με τον Ν. 4509/2017, το συναινετικό διαζύγιο συντελείται με την υπογραφή συμβολαιογραφικού εγγράφου, στο οποίο περιλαμβάνεται η δήλωση βούλησης αμφοτέρων των συζύγων περί λύσης του γάμου. Η πράξη αυτή, ωστόσο, δεν νοείται έγκυρη εάν δεν υπογράφεται από πληρεξουσίους δικηγόρους, οι οποίοι πρέπει να εκπροσωπούν αμφότερα τα μέρη με ειδικά συμβολαιογραφικά πληρεξούσια. Το άρθρο 1441 §2 ΑΚ επιτάσσει ρητώς την υποχρεωτική συμμετοχή δικηγόρου για κάθε σύζυγο, καθιστώντας τη νομική εκπροσώπηση συστατικό στοιχείο του κύρους της συμφωνίας.

Επομένως, κάθε απόπειρα διεκπεραίωσης της διαδικασίας αυτής άνευ δικηγόρου δεν είναι απλώς επισφαλής· είναι νομικά ανέφικτη. Ο συμβολαιογράφος δε δύναται να αποδεχθεί πράξη συναινετικού διαζυγίου που υπογράφεται μόνο από τους συζύγους, χωρίς τις υπογραφές των πληρεξούσιων δικηγόρων τους. Κάθε τέτοια πράξη στερείται εγκυρότητας και επιφέρει νομικές συνέπειες που δύνανται να επηρεάσουν δυσμενώς τα περιουσιακά, προσωπικά και οικογενειακά συμφέροντα των μερών.

Νομικά και πρακτικά ζητήματα που ανακύπτουν από το συναινετικό διαζύγιο το οποίο δε μπορεί να διεκπεραιωθεί χωρίς δικηγόρο

Η παρουσία δικηγόρου δεν περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της διαδικασίας αλλά διασφαλίζει την πληρότητα και αποτελεσματικότητα της συμφωνίας, ιδίως όταν η συμφωνία καλείται να ρυθμίσει ζητήματα επιμέλειας, γονικής μέριμνας, δικαιώματος επικοινωνίας, διατροφής ανηλίκων ή και συμμετοχής στα αποκτήματα. Τα ανωτέρω στοιχεία δεν αποτελούν διακοσμητικά παραρτήματα της διαδικασίας, αλλά κρίσιμα και συχνά αμφισβητούμενα έννομα συμφέροντα που, εάν δεν τύχουν της δέουσας νομικής διαχείρισης, δημιουργούν περιθώρια ερμηνειών, καταχρήσεων και μεταγενέστερων διαφορών.

Η ύπαρξη ανηλίκων τέκνων καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη σύνταξης πλήρους, σαφούς και νομικά δεσμευτικής συμφωνίας, βάσει των οποίων τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των γονέων προσδιορίζονται με ακρίβεια. Η επιμέλεια, η διατροφή, ο τρόπος επικοινωνίας, ακόμη και η επιλογή σχολείου, οφείλουν να καθορίζονται από ένα νομικά επαρκές και προστατευτικό για το τέκνο κείμενο. Παράλειψη ή πλημμελής διατύπωση των σχετικών ρητρών οδηγεί συχνά σε εντάσεις, προσφυγές, αναγκαστικές εκτελέσεις ή επανεξέταση των όρων, γεγονός που ακυρώνει τον αρχικό σκοπό της «συναινετικότητας».

Περαιτέρω, κατά τη λύση του γάμου ανακύπτουν συχνά περιουσιακές αξιώσεις, είτε υπό μορφή συμμετοχής στα αποκτήματα (άρθρο 1400 ΑΚ), είτε υπό τη μορφή αποζημιώσεων, επιστροφής παροχών, ή αποκατάστασης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών. Η αποφυγή οριοθέτησης τέτοιων αξιώσεων στην παρούσα φάση οδηγεί σε νομικά κενά και αβεβαιότητα, με αποτέλεσμα οι εμπλεκόμενοι να προσφεύγουν εκ των υστέρων στα δικαστήρια για να διεκδικήσουν όσα εδικαιούντο κατά τη διάρκεια του γάμου ή αμέσως μετά τη λύση του.

Εσφαλμένες αντιλήψεις και η παραπλανητική ιδέα της «εξοικονόμησης χρημάτων» σχετικά με το συναινετικό διαζύγιο χωρίς δικηγόρο

Η ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι το συναινετικό διαζύγιο χωρίς δικηγόρο εξοικονομεί χρήματα είναι νομικά αβάσιμη και πρακτικά επιζήμια. Οι δικηγορικές αμοιβές στη συγκεκριμένη διαδικασία είναι πλέον σαφώς καθορισμένες, εύλογες και προβλέψιμες. Το κόστος της νομικής υποστήριξης είναι σαφώς κατώτερο του κόστους που ενδέχεται να προκύψει από μία πλημμελή ή άκυρη διαδικασία, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε ενστάσεις, προσφυγές, διορθωτικές πράξεις ή ακόμη και νέα δίκη.

Το συναινετικό διαζύγιο, παρά την απλότητα και την ταχύτητά του, δεν αποτελεί αυτοματοποιημένη διοικητική διαδικασία, αλλά πράξη με έννομες συνέπειες που πρέπει να τελείται υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του νόμου. Η νομική εκπροσώπηση από δικηγόρο δεν είναι τυπική επιλογή αλλά υποχρεωτική προϋπόθεση εγκυρότητας. Πέραν τούτου, αποτελεί τη μόνη εγγύηση για την προστασία των δικαιωμάτων των συζύγων, την αποφυγή αμφισβητήσεων και την εξασφάλιση ενός ομαλού διαζυγίου χωρίς μελλοντικές νομικές εκκρεμότητες.

Η προσπάθεια να διεκπεραιωθεί ένα συναινετικό διαζύγιο χωρίς δικηγόρο όχι μόνο δε συνιστάται, αλλά αντιβαίνει στο γράμμα και το πνεύμα του νόμου, ενέχει σοβαρούς νομικούς κινδύνους και δυνητικά προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα των εμπλεκομένων μερών. Η δικηγόρος στο Αιγάλεω Παρασκευή Βασιλοπούλου, έχοντας πολυετή ενασχόληση με υποθέσεις οικογενειακού δικαίου, κατανοεί εις βάθος τη σημασία της πλήρους νομικής εκπροσώπησης ακόμη και σε φαινομενικά απλές διαδικασίες, όπως το συναινετικό διαζύγιο. Η σωστή καθοδήγηση από τον δικηγόρο προλαμβάνει τις συνήθεις νομικές παραλείψεις και εξασφαλίζει τη σύννομη, έγκυρη και μη αμφισβητήσιμη διεκπεραίωση της διαδικασίας.